βασιλειδης

βασιλειδης
    βασιλείδης
    βᾰσῐλείδης
    -ου ὅ царский сын, царевич Plat.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "βασιλειδης" в других словарях:

  • Βασιλείδης — prince masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασιλείδης — prince masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασιλείδης — I (αρχές 2ου αι. μ.Χ.). Γνωστικός φιλόσοφος και αιρετικός. Ήταν Έλληνας στην καταγωγή, αλλά έζησε και δίδαξε στην Αίγυπτο. Οι φιλοσοφικές θεωρίες και οι αιρετικές αντιλήψεις του διασώθηκαν από τους αγίους Ειρηναίο και Ιππόλυτο. Κατά τον πρώτο, ο… …   Dictionary of Greek

  • Βασιλειδῶν — Βασιλείδης prince masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασιλειδῶν — βασιλείδης prince masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασιλεῖδαι — βασιλείδης prince masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βασιλείδην — Βασιλείδης prince masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασιλείδην — βασιλείδης prince masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βασιλείδου — Βασιλείδης prince masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασιλείδου — βασιλείδης prince masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βασιλείδῃ — Βασιλείδης prince masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»